-
1 αἰών
αἰών, ῶνος, ὁ, [dialect] Ion. and [dialect] Ep. also ἡ, as in Pi.P.4.186, E.Ph. 1484: apocop. acc. αἰῶ,A like Ποσειδῶ, restored by Ahrens (from AB 363) in A.Ch. 350: (properly αἰϝών, cf. aevum, v. αἰεί):— period of existence (τὸ τέλος τὸ περιέχον τὸν τῆς ἑκάστου ζωῆς χρόνον.. αἰὼν ἑκάστου κέκληται Arist.Cael. 279a25
):I lifetime, life,ψυχή τε καὶ αἰών Il.16.453
;ἐκ δ' αἰ. πέφαται Il.19.27
;μηδέ τοι αἰ. φθινέτω Od.5.160
;λείπει τινά Il.5.685
; ἀπ' αἰῶνος νέος ὤλεο (Zenod. νέον) 24.725;τελευτᾶν τὸν αἰῶνα Hdt.1.32
, etc.;αἰῶνος στερεῖν τινά A.Pr. 862
;αἰῶνα διοιχνεῖν Id.Eu. 315
;συνδιατρίβειν Cratin. 1
; αἰ. Αἰακιδᾶν, periphr. for the Aeacidae, S.Aj. 645 s. v. l.;ἀπέπνευσεν αἰῶνα E.Fr. 801
;ἐμὸν κατ' αἰῶνα A.Th. 219
.II long space of time, age, αἰὼν γίγνεται 'tis an age, Men.536.5; esp. with Preps., ἀπ' αἰῶνος of old, Hes.Th. 609, Ev.Luc.1.70;οἱ ἀπὸ τοῦ αἰ. Ῥωμαῖοι D.C. 63.20
; δι' αἰῶνος perpetually, A.Ch.26, Eu. 563; all one's life long, S. El. 1024; δι' αἰῶνος μακροῦ, ἀπαύστου, A.Supp. 582, 574; τὸν δι' αἰ. χρόνον for ever, Id.Ag. 554; εἰς ἅπαντα τὸν αἰ. Lycurg.106, Isoc.10.62; εἰς τὸν αἰ. LXX Ge.3.23, al., D.S.21.17, Ev.Jo.8.35, Ps.-Luc. Philopatr.17;εἰς αἰῶνα αἰῶνος LXX Ps.131(132).14
; ἐξ αἰῶνος καὶ ἕως αἰῶνος ib.Je.7.7; ἐπ' αἰ. ib.Ex.15.18; ἕως αἰῶνος ib.1 Ki.1.22, al.:— without a Prep., τὸν ἅπαντα αἰ. Arist. Cael. 279a22;τὸν αἰῶνα Lycurg. 62
, Epicur.Ep.1p.8U.; eternity, opp. χρόνος, Pl.Ti. 37d, cf. Metrod. Fr.37, Ph.1.496, 619, Plot.3.7.5, etc.;τοὺς ὑπὲρ τοῦ αἰῶνος φόβους Epicur.Sent.20
.2 space of time clearly defined and marked out, epoch, age, ὁ αἰὼν οὗτος this present world, opp. ὁ μέλλων, Ev.Matt.13.22, cf. Ep.Rom.12.2; ὁ νῦν αἰ. 1 Ep.Tim.6.17, 2 Ep.Tim.4.10:—hence in pl., the ages, i.e. eternity, Phld.D.3 Fr.84;εἰς πάντας τοὺς αἰ. LXX To.13.4
; εἰς τοὺς αἰ.ib.Si.45.24, al., Ep.Rom.1.25, etc.;εἰς τοὺς αἰ. τῶν αἰώνων LXX 4 Ma.18.24
, Ep.Phil.4.20, etc.; ἀπὸ τῶν αἰ., πρὸ τῶν αἰ., Ep.Eph.3.9, 1Cor.2.7; τὰ τέλη τῶν αἰ. ib.10.11.3 Αἰών, ὁ, personified,Αἰὼν Χρόνου παῖς E.Heracl. 900
(lyr.), cf. Corp.Herm.11, etc.; as title of various divine beings, Dam.Pr. 151, al.; esp.=Persian Zervan, Suid. s.v. Ἡρασκος.4 Pythag., = 10, Theol.Ar.59.B spinal marrow (perh. regarded as seat of life), h.Merc 42, 119, Pi.Fr. 111, Hp.Epid.7.122; perh. also Il.19.27. -
2 λείπω
Aἔλειπον Il.19.288
, etc.: [tense] fut.λείψω 18.11
: [tense] aor. 1 ἔλειψα, part. (= Antiph.32), elsewh. only late, Plb.12.15.12 ( παρ-), Str.6.3.10 ( παρ-), Ps.-Phoc.77 (ἀπ-), etc.; uncompounded, Ptol.Alm.10.4, Luc.Par.42, Ps.-Callisth.1.44 (cod. C); also in later Poets, Man.1.153, Opp.C.2.33, and in Inscrr., Epigr.Gr.522.16 ([place name] Thessalonica), 314.27 ([place name] Smyrna), etc.: but correct writers normally use [tense] aor. 2ἔλῐπον Il.2.35
, A.Pers. 984 (lyr.), etc.: [tense] pf.λέλοιπα Od.14.134
: [tense] plpf. ἐλελοίπειν ([dialect] Att. -η) X.Cyr.2.1.21:—[voice] Med., in prop. sense chiefly in compds.: [tense] aor. 2ἐλιπόμην Hdt.1.186
, 2.40, E.HF 169, etc. (in pass. sense, Il.11.693, al.):—[voice] Pass., [tense] fut. [voice] Med. in pass. sense , Hdt.7.8.ά, 48; alsoλειφθήσομαι S.Ph. 1071
, λελείψομαι Il.24.742, Th.5.105, etc.: [tense] aor.ἐλείφθην, λείφθην Pi.O.2.43
; [dialect] Ep. [ per.] 3pl. : [tense] pf.λέλειμμαι Il.13.256
, Democr.228, Pl.Ti. 61a, etc.: [tense] plpf.ἐλελείμμην Il.2.700
; [dialect] Ep.λέλειπτο 10.256
: [dialect] Ep. [tense] aor. alsoἔλειπτο A.R.1.45
, etc.:1 leave, quit, Ἑλλάδα, δώματα, etc., Il.9.447, Od.21.116, etc.: with a neg., [σκόπελον] οὔ ποτε κύματα λείπει Il.2.396
;νιν.. χιὼν οὐδαμὰ λ. S.Ant. 830
(lyr.); χερσὶν ὕπο Τρώων λείψειν φάος ἠελίοιο, i.e. die, be killed, Il.18.11;λ. τὸν βίον ὑπό τινος Pl.Lg. 872e
; λ. βίον, βίοτον, etc., S.El. 1444, E.Hel. 226 (lyr.), etc.;αὐτόχειρι σφαγῇ λ. βίον Id.Or. 948
.b conversely,τὸν δ' ἔλιπε ψυχή Il.5.696
, Od.14.426;τὸν.. λίπε θυμός Il.4.470
;ἔπειτά με καὶ λίποι αἰών 5.685
, cf. Od.7.224;λίπε δ' ὀστέα θυμός Il.16.743
; ψυχὴ δὲ λέλοιπεν (sc. ὀστέα) Od.14.134; νῦν δ' ἤδη πάντα λέλοιπεν (sc. ἐμέ) ib. 213; in these two last passages some take it intr., is gone, v. infr. 11.2 leave behind, leave at home,παιδὶ τὸν ἐν μεγάροισιν ἔλειπες Od.13.403
, cf. Il.5.480; esp. of dying men, leave (as a legacy), Ἀτρεὺς δὲ θνῄσκων ἔλιπεν πολύαρνι Θυέστῃ [τὸσκῆπτρον] 2.106; , cf. S.Aj. 973; παῖδα ὀρφανὸν λ. ib. 653; λ. ἄρρενας, θυγατέρας, Pl.Lg. 923e, 924e;λ. εὔκλειαν ἐν δόμοισι A.Ch. 348
(lyr.):—also in [voice] Med., leave behind one (as a memorial to posterity),μνημόσυνον λιπέσθαι Hdt.1.186
, 6.109, al.;λιπέσθαι τιμωρούς E. HF 169
;διαδόχους ἐμαυτῷ Plu.Aem.36
, etc.b leave standing, leave remaining, spare,οἰκίαν οὐδεμίαν X.An.7.4.1
;μηδένα Id.HG2.3.41
, Pl.R. 567b, etc.3 leave, forsake, Il.17.13, etc.;λ. τινὰ χαμαί Pi.O.6.45
; ; τὴν αὑτοῦ φύσιν λ. ib. 903;λ. τὴν τάξιν Pl.Ap. 29a
, etc.; λ. ἐράνους fail in paying.., D.27.25, cf. 25.22; λ. δασμόν, φοράν, X.Cyr.3.1.1, 34; λ. μαρτυρίαν, ὅρκον, fail in.., D.49.19, 59.60, λ. δίκην allow it to go by default, SIG134b24 (Milet., iv B.C.); λοιβὰς.. οὐ λίπε neglected them not, IG3.1337.8.b conversely, λίπον ἰοὶ ἄνακτα they failed him, Od.22.119.4 Math., lose or drop something, i.e. have something subtracted from it, τὸ KP λιπὸν τὸ BO the area KP minus the area BO, Apollon.Perg.3.12, cf. Ptol.Alm. 10.4, al., Dioph.2.21.II intr., to be gone, depart, Epigr.Gr.149.2 ([place name] Rhenea); v. supr. 1.1b.2 to be wanting or missing,οὔ τί πω ἔλιπεν ἐκ τοῦδ' οἴκου.. αἰκία S.El. 514
(lyr.); (lyr.); (lyr.); λείπουσιν αἱ ἐκ τῆς κεφαλῆς [τρίχες] Arist.HA 518a24;ἔτι ἕν σοι λείπει Ev.Luc.18.22
; τί λείπει τῶν ἐπιτηδείων αὐταῖς; Plb.10.18.8; τί γάρ σοι λείπει; Arr.Epict.2.22.5, cf. Diog.Oen.64; [εἰς τὴν προκειμένην πραγματείαν] τὸ ὑφ' οὗ γίνεται.. μὴ ῥηθὲν οὐ λείπει is not needed, Marcellin.Puls.69: c. inf., λείπει μὲν οὐδ' ἃ πρόσθεν ἤδεμεν τὸ μὴ οὐ βαρύστον' εἶναι nihil absunt quin.., S.OT 1232: so c. gen.,βραχὺ λείπει τοῦ μὴ συνάπτειν Plb.2.14.6
, etc.; πρότασις τῆς προειρημένης λείπουσα ὑποθέσει a proposition containing less in the hypothesis than that aforesaid, Papp.648.1: freq. with numerals,κεφάλαιον γίγνεται μικροῦ λείποντος πέντε καὶ δέκα τάλαντα Lys.19.43
;οὐ πολὺ λεῖπον τῶν ἐνενήκοντα ἐτῶν Plb.12.16.13
; : generally,παντὸς μὲν οὖν λείπει Pl.Lg. 728a
; ὁ λιπών ib. 759e; τὸ λεῖπον what is lacking, Plb.4.38.9, etc.; esp. Gramm., to be incomplete, of a phrase,λειπούσης τῆς φράσεως A.D.Adv.159.28
, al.; to be wanting, omitted,λείποντος τοῦ καί Id.Conj.225.24
: also c. dat.,λείπει ἡ κεῖνος φωνὴ τῷ ε ¯ Id.Adv.147.17
.b of the moon, to be invisible (cf. λειψιφαής), Plot.2.3.5.c λείποντα εἴδη, in Algebra, = λείψεις, negative terms, Dioph.1Def.10.B [voice] Pass., to be left, left behind,ἄλοχος Φυλάκῃ ἐλέλειπτο Il.2.700
;οἱ δ' οἶοι λείπονται Od.22.250
, etc.; also ὀπίσσω, μετόπισθε, κατόπισθε λ., Il.3.160, 22.334, Od.21.116; παῖδες.. μετόπισθε λελειμμένοι left behind in Troy, Il.24.687;μόνα.. νὼ λελειμμένα S.Ant.58
, etc.; τὸ λειπόμενον βίου (v.l. βιοτᾶς) Ariphron 1 (= IG3.171).b Math., to be subtracted: τὸ ἀπὸ τῆς ΔΦ λειφθὲν ὑπὸ τοῦ ἀπὸ τῆς ΔΑ ποιεῖ .., the square on ΔΦ subtracted from the square on ΔΑ gives.., Ptol.Alm. 10.7.2 remain, remain over and above,τριτάτη δ' ἔτι μοῖρα λέλειπται Il.10.253
; ;ὀλίγων σφι ἡμερέων λείπεται σιτία Hdt.9.45
;ὃ πᾶσι λ. βροτοῖς.. ἐλπίς E.Tr. 681
;αὐτόνομοι ἐλείφθημεν Th.3.11
;ἕως ἄν τι λείπηται Id.8.81
: impers., λείπεται it remains, Pl.Tht. 157e: c.acc. et inf.,πεπληρῶσθαί με Id.Phdr. 235c
.II c. gen.,1 to be left without, to be forsaken of,κτεάνων λειφθεὶς καὶ φίλων Pi.I.2.11
;σοῦ λελειμμένη S. Ant. 548
; but στρατὸν λελειμμένον δορός which has been left by the spear, i.e. not slain, A.Ag. 517.2 to be left behind in a race, Il. 23.407, 409, Od.8.125; λελειμμένος οἰῶν lingering behind the sheep, 9.448; λείπετ'.. Μενελάου δουρὸς ἐρωήν he was left a spear's throw behind Menelaus, Il.23.529; ἐς δίσκουρα λέλειπτο he had been left behind as much as a quoit's throw, ib. 523; , cf. E.Hipp. 1244; τοῦ κήρυκος μὴ λείπεσθαι not to lag behind the herald, Th.1.131; but ἀπό τινος to be left behind by one, Il.9.437, 445; λ. βασιλέος or ἀπὸ βασιλέος by the king, Hdt.8.113, 9.66; λείπεσθαι τοῦ καιροῦ to be behind time, X.Cyr.6.3.29;τῆς ναυμαχίης Id.7.168
;τῆς ἐξόδου Id.9.19
; but, λείπου μηδὲ σύ, παρθέν', ἀπ' οἴκων fail not [to come] from the house, i.e. follow us, dub. in S. Tr. 1275 (anap.): abs., to be left behind, be absent, Hdt.7.229, 8.44.3 come short of, be inferior to, τινος, like ἐλαττοῦσθαι, ἡττᾶσθαι, ὑστερεῖσθαί τινος, because the Verb has a comp. sense, Id.7.48, etc.; οὐκ ἔσθ' ὁποίας λείπεται τόδ' ἡδονῆς falls short of.., E.Fr.138.3; λείπεσθαί τινος ἔς τι or ἔν τινι, Hdt.1.99, 7.8. ά (v. infr. 4);περί τι Plb.6.52.8
; ; ;ξύνεσιν οὐδενὸς λ. Th.6.72
;πλήθει λ. X.HG7.4.24
;πλήθει ἡμῶν λειφθέντες Id.An.7.7.31
; οὐδ' ἔτι θηρὸς ἐλείπετο δερκομένοισιν, i.e. resembled.., Epic.in Arch.Pap.7p.4: also c. gen. rei,λειφθῆναι μάχης E.Heracl. 732
;οὐδὲν σοῦ ξίφους λελείψομαι Id.Or. 1041
: Math., τὸ ἐγγραφὲν τοῦ περιγραφέντος ἐλάσσονι λείπεται the inscribed figure falls short of the circumscribed by less than.., Archim.Con.Sph.21: also c. dat. rei,λειφθῆναι μάχῃ A.Pers. 344
: c. part.,οὐδὲν ἐμοῦ λείπει γιγνώσκων X.Oec.18.5
; λέλειψαι τῶν ἐμῶν βουλευμάτων you come short of, understand not my plans, E.Or. 1085;λέλειμμαι τῶν ἐν Ἕλλησιν νόμων Id.Hel. 1246
: abs., to be defeated, Plb.1.62.6;ὑπό τινος AP11.224
(Antip.); λείπεσθαι ἐν [τῇ ἀγορανομίᾳ], Lat. repulsam ferre, Plu. Mar.5, etc.: abs., in part., ἄνδρας λελειμμένους inferior men, A.Fr. 37; also, the poor,IG
14.1839.7.4 to be wanting or lacking in a thing, fail of or in, c. gen.,ὀδυρμάτων ἐλείπετ' οὐδέν S.Tr. 937
;γνώμας λειπομένα σοφᾶς Id.El. 474
(lyr.); ; λελ. λόγου failing to heed my word, S.Aj. 543; μῆνας ἓξ.. λειπόμενος (sc. τῶν εἴκοσι ἐτῶν) Epigr.Gr. 519 ([place name] Thessalonica); also,λ. ἐν τῷ μὴ δύνασθαι μηδ' ὁρᾶν S.OC 495
; v. supr.3.5 to be in need of,τῆς σῆς βοηθείας A.D.Synt.289.28
. (I.-E. leiq[uglide]-, cf. Lat. li-n-quo, Skt. ric-, [tense] pres. [ per.] 3sg. ri-ṇa-k-ti 'leaves', etc.) -
3 ψυχή
ψῡχ-ή, ἡ,A life,λύθη ψ. τε μένος τε Il.5.296
, etc.;ψ. τεκαὶ αἰών 16.453
, cf. Od.9.523;θυμοῦ καὶ ψ. Il.11.334
, Od.21.154;λαυκανίην, ἵνα τε ψυχῆς ὤκιστος ὄλεθρος Il.22.325
; ψυχὰς παρθέμενοι at hazard of their lives, Od.3.74,9.255;αἰεὶ ἐμὴν ψ. παραβαλλόμενος Il.9.322
; λίσσου' ὑπὲρ ψ. καὶ γούνων by your life, 22.338; soἀντὶ ψ. S.OC 1326
: but περὶ ψ. to save their life, Od.9.423;περί τε ψυχέων ἐμάχοντο 22.245
;περὶ ψ. θέον Ἕκτορος Il.22.161
;τρέχων περὶ τῆς ψ. Hdt.9.37
;τῆς ἐμῆς περὶ ψ. A.Eu. 115
, cf. E.Hel. 946, Heracl. 984;περὶ ψ. κινδυνεύων Antipho 2.1.4
, cf. Th. 8.50;ἁγὼν.. σῆς ψ. πέρι S.El. 1492
, cf. E.Ph. 1330, Or. 847, X.Cyr.3.3.44;τὸν περὶ ψ. δρόμον δραμεῖν Ar.V. 375
(lyr.);ἀγωνίζεσθαι περὶ τῆς ψ. X.Eq.Mag.1.19
; ὃ ἂν θέλῃ, ψυχῆς ὠνεῖται [θυμός] in exchange for life, Heraclit.85;τῆς ψ. πρίασθαί τι X.Cyr.3.1.36
;τί γὰρ δοῖ ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψ. αὐτοῦ; Ev.Marc.8.37
. In early poets:ψυχὰν ἀποπνεῖν Simon.52
;ψυχὰς ἔχοντες κυμάτων ἐν ἀγκάλαις Archil.23
;ψυχέων φειδόμενοι Tyrt.10.14
;θειδωλὴν ψ. θέμενος Sol.13.46
;ψυχῆς εἵνεκα καὶ βιότου Thgn.730
;ψυχὰν Ἀΐδᾳ τελέων Pi.I.1.68
;ψυχὰς βαλον Id.O.8.39
;χαλκῷ ἀπὸ ψυχὴν ἀρύσας Emp.138
; ; τῆς ἐμῆς ψ. γεγώς ib. 775;τὴν ψ. ἐκπίνουσιν Ar.Nu. 712
(anap.);ψ. ἀφήσω E.Or. 1171
;ψ. σέθεν ἔκτεινε Id.Tr. 1214
;ψ. παραιτέεσθαι Hdt.1.24
; ποινὴν τῆς Αἰσώπου ψ. satisfaction for the life of A., Id.2.134; , cf. Th.1.136, etc.;τὴν ψ. ἢ τὴν οὐσίαν ἢ τὴν ἐπιτιμίαν τινὸς ἀφελόμενος Aeschin.2.88
;τὸ τῆς ψ. ἀπαιτηθεὶς χρέος LXX Wi.15
. 8, cf. Ev.Luc.12.20;ζητοῦσι τὴν ψ. μου LXX 3 Ki.19.10
, cf. Ev.Matt. 2.20;τὴν ψ. αὐτοῦ τίθησιν ὑπὲρ τῶν προβάτων Ev.Jo.10.11
, etc.; δεῖρον ἄχρις ἡ ψ... ἐπὶ χειλέων λειφθῇ within an inch of his life, Herod.3.3:—the phrase ἐν τῇ χειρὶ τὴν ψ. ἔχοντα taking his life in his hands, is prob. f.l. in Xenarch.4.20;ἡ ψ. μου ἐν ταῖς χερσί [σου] διὰ πάντος LXX Ps.118(119).109
, cf. 1 Ki.19.5, 28.21, al.; of life in animals, Od.14.426, Hes.Sc. 173, Pi.N.1.47, etc.;τὰ ἄλλα ζῷα, ὅσα ψ. ἔχει Anaxag.4
, cf. 12;πάντων τῶν ζῴων ἡ ψ. τὸ αὐτό, ἀήρ Diog.
Apoll.5 (cf. infr. IV. 1); ἡ φύσις τοιαύτη πάντων ὅσσα ψ. ἔχει Democrit.278; ἐπῴζει καὶ ποιεῖ ψ. ἔχειν (of incubation) Epich.172; [ἑρπετὸν] ὃ ἔχει ἐν ἑαυτῷ ψ. ζωῆς LXX Ge.1.30
; ἡ ψ. πάσης σαρκὸς αἷμα αὐτοῦ ἐστιν ib.Le.17.11, cf. De.12.23.2 metaph. of things dear as life,χρήματα γὰρ ψ... βροτοῖσι Hes.Op. 686
;πᾶσι δ' ἀνθρώποις ἄρ' ἦν ψ. τέκν' E.Andr. 419
;τἀργύριόν ἐστιν αἷμα καὶ ψ. βροτοῖς Timocl.35
; so as an endearing name, Hld.1.8, al.;ζωὴ καὶ ψ. Juv.6.195
;ψ. μου Mart.10.68
.II in Hom., departed spirit, ghost (ὑποτίθεται [Ὅμηρος] τὰς ψ. τοῖς εἰδώλοις τοῖς ἐν τοῖς κατόπτροις φαινομένοις ὁμοίας.. ἃ καθάπαξ ἡμῖν ἐξείκασται καὶ τὰς κινήσεις μιμεῖται, στερεμνιώδη δὲ ὑπόστασιν οὐδεμίαν ἔχει εἰς ἀντίληψιν καὶ ἁφήν Apollod.
Hist.Fr. 102(a)J.);ψ. Πατροκλῆος.. πάντ' αὐτῷ.. ἐϊκυῖα Il.23.65
: freq. in Od.11, ψ. Ἀγαμέμνονος, Ἀχιλῆος, etc., 387, 467, al.;ψ. καὶ εἴδωλον Il.23.104
, cf. 72, Od.24.14;ψ. κατὰ χθονὸς ᾤχετο τετριγυῖα Il.23.100
; ψυχὰς ἡρώων, opp. αὐτούς, 1.3, cf. Hes.Sc. 151;ψυχαὶ δ' Ἄϊδόσδε κατῆλθον Il.7.330
;ψ. δὲ κατ' οὐταμένην ὠτειλὴν ἔσσυτ' ἐπειγομένη 14.518
; sts. hardly dist. from signf. 1,ἅμα ψ. τε καὶ ἔγχεος ἐξέρυσ' αἰχμήν 16.505
; in swoons it leaves the body,τὸν δὲ λίπε ψ. 5.696
; so in later writers (seldom in Trag.),σὺν Ἀγαμεμνονίᾳ ψυχᾷ Pi.P.11.21
; ἑὰν ψυχὰν κομίξαι ib.4.159, cf. N.8.44;αἱ ψ. ὀσμῶνται καθ' Ἅιδην Heraclit.98
;πέμψατ' ἔνερθεν ψυχὴν ἐς φῶς A.Pers. 630
(anap.);ποτωμένην ψ. ὑπὲρ σοῦ E.Or. 676
, cf. Fr. 912.9 (anap.);τὰς τῶν κεκμηκότων ψ., αἷς ἐστιν ἐν τῇ φύσει τῶν αὑτῶν ἐκγόνων κήδεσθαι Pl.Lg. 927b
; ψ. σοφαί, perh. 'wise ghosts', Ar.Nu. 94;δὶς ἀποθανουμένη ψ. Anon.
ap. Plu.2.236d.III the immaterial and immortal soul, first in Pindar,ἐς τὸν ὕπερθεν ἅλιον κείνων.. ἀνδιδοῖ [Φερσεφόνα] ψυχὰς πάλιν Fr. 133
, cf. Pl.Men. 81b;εἰπόντες ὡς ἀνθρώπου ψ. ἀθάνατός ἐστι Hdt.2.123
;ἀγένητόν τε καὶ ἀθάνατον ψ. Pl.Phdr. 246a
, cf. Phd. 70c, al.;ἀθάνατος ἡμῶν ἡ ψ. καὶ οὐδέποτε ἀπόλλυται Id.R. 608d
;ἁψ. τῷ σώματι συνέζευκται καὶ καθάπερ ἐν σάματι τέθαπται Philol.14
, cf. Pl.Cra. 400c: hence freq. opp.σῶμα, ψ. καὶ σῶμα X.Mem.1.3.5
, cf. An.3.2.20;ψ. ἢ σῶμα ἢ συναμφότερον, τὸ ὅλον τοῦτο Pl.Alc.1.130a
;εἰς θηρίου βίον ἀνθρωπίνη ψ. ἀφικνεῖται καὶ ἐκ θηρίου.. πάλιν εἰς ἄνθρωπον Id.Phdr. 249b
;κατὰ τοὺς Πυθαγορικοὺς μύθους τὴν τυχοῦσαν ψ. εἰς τὸ τυχὸν ἐνδύεσθαι σῶμα Arist.de An. 407b22
;οὐδὲ τοῦτο ἐπείσθην, ὡς ἡ ψ., ἕως μὲν ἂν ἐν θνητῷ σώματι ᾖ, ζῇ, ὅταν δὲ τούτου ἀπαλλαγῇ, τέθνηκεν X.Cyr.8.7.19
;ἀνθρώπου γε ψ., ἣ τοῦ θείου μετέχει,.. ὁρᾶται δ' οὐδ' αὐτή Id.Mem.4.3.14
, cf. Cyr. 8.7.17; αἰθὴρ μὲμ ψυχὰς ὑπεδέξατο, σώ[ματα δὲ χθών] IG12.945 (v B. C.);ὁπόταμ ψ. προλίπῃ φάος ἀελίοιο Orph.Fr.32
f.1;ἡμεῖς ἐσμεν ψ., ζῷον ἀθάνατον ἐν θνητῷ καθειργμένον φρουρίῳ Pl.Ax. 365e
.IV the conscious self or personality as centre of emotions, desires, and affections,χερσὶ καὶ ψυχᾷ δυνατοί Pi.N.9.39
;μορφὰν βραχύς, ψυχὰν δ' ἄκαμπτος Id.I.4(3).53(71)
;ἐνίους τῶν καλῶν τὰς μορφὰς μοχθηροὺς ὄντας τὰς ψ. X.Oec.6.16
;θνητοῦ σώματος ἔτυχες, πειρῶ τῆς ψ. ἀθάνατον μνήμην καταλιπεῖν Isoc.2.37
; opp. material blessings,κτεάνων ψ. ἔχοντες κρέσσονας Pi.N.9.32
;μήτε σωμάτων ἐπιμελεῖσθαι μήτε χρημάτων.. οὕτω σφόδρα ὡς τῆς ψ. ὅπως ὡς ἀρίστη ἔσται Pl.Ap. 30b
, cf. 29e: hence regarded in abstraction,τὸ παρεχόμενον ἡμῶν ἕκαστον τοῦτ' εἶναι μηδὲν ἀλλ' ἢ τὴν ψ., τὸ δὲ σῶμα ἰνδαλλόμενον ἡμῶν ἑκάστοις ἕπεσθαι Pl.Lg. 959a
;ἡ ψ. ἐστιν ἄνθρωπος Id.Alc.1.130c
;οὐδὲ νῦν τήν γ ἐμὴν ψ. ἑωρᾶτε X.Cyr.8.7.17
, cf. supr. 111: sts., therefore, distd. from oneself,ψ. γὰρ ηὔδα πολλά μοι μυθουμένη S.Ant. 227
;ἡ ψ. μου πεπότηται Ar.Nu. 319
(anap.);τί ποτ' ἔστι μαθεῖν ἔραται ψ. E.Hipp. 173
(anap.);ἄλλο τι βουλομένη ἑκατέρου ἡ ψ. δήλη ἐστίν Pl.Smp. 192c
; οἴμοι ψυχή woe is me! LXX Mi.7.1; καὶ ἐρῶ τῇ ψ. μου, "yuxh/, e)/xeis polla\ a)gaqa/" Ev.Luc.12.19; in periphrases, ψ. Ὀρέστου, = Ὀρέστης, S.El. 1127, al.: but τὴν Φιλοκτήτου ψ. ἐκκλέψεις his wits, Id.Ph.55;ἡ δ' ἐμὴ ψ. τέθνηκεν Id.Ant. 559
, cf. OC 999; so ψυχαί abs., = ἄνθρωποι, ψ. ὀλέσασα A.Ag. 1457 (lyr.); ψ. πολλαὶ ἔθανον many souls perished, Ar.Th. 864;πᾶσαι αἱ ψ., υἱοὶ καὶ αἱ θυγατέρες λ γ LXX Ge.46.15
, cf. Ex.12.4, al.; [κιβωτὸς] εἰς ἣν ὀλίγοι, τοῦτ' ἔστιν ὀκτὼ ψ., διεσώθησαν 1 Ep.Pet.3.20
. In apostrophe,μή, φίλα ψ. Pi.P.3.61
;ὦ μελέα ψ. S.Ph. 712
(lyr.);ὦ ἀγαθὴ καὶ πιστὴ ψ. X.Cyr.7.3.8
; in referring to persons,ὅταν μεγάλη ψ. φυῇ Pl.R. 496b
(cf. μεγαλόψυχος) ; καλεῖται γοῦν ἡ ψ. Κρινοκοράκα the creature, Thphr.Char.28.2;πάσῃ ψ. τετελευτηκυίᾳ LXX Nu.6.6
,11;πᾶσα ψ. ὑποτασσέσθω Ep.Rom.13.1
, etc.: generally, being, ψυχὴ ζῶσα living creature, LXX Ge.1.24, cf. 20(pl.).2 of various aspects of the self, ἐν πολέμοιο μάχαις τλάμονι ψ. παρέμειν ) enduring heart, Pi.P.1.48;διεπειρᾶτο αὐτοῦ τῆς ψ. Hdt.3.14
, ἦν ηὰρ.. ψυχὴν οὐκ ἄκρος poor-spirited, Id.5.124;ψυχὴν ἄριστε πάντων Ar.Eq. 457
;καρτερὰν ψ. λαβεῖν Id.Ach. 393
;κράτιστοι ἂν τὴν ψ. κριθεῖεν Th.2.40
;τοῖς σώμασι δύνανται τὰς δὲ ψ. οὐκ ἔχουσιν Lys.10.29
;ὁ γὰρ' λόγχην ἀκονῶν καὶ τὴν ψ. τι παρακονᾷ X.Cyr.6.2.33
, cf. Oec.21.3.3 of the emotional self,ὑπείργασμαι μὲν εὖ ψυχὴν ἔρωτι E.Hipp. 505
, cf. 527 (lyr.);πάνυ μου ἡ ψ. ἐπεθύμει X.Oec.6.14
;τίνα ποτὲ ψ. ἔχων; Lys.32.12
; τίν' οἴεσθ' αὐτὴν ψ. ἕξειν, ὅταν ἐμὲ ῒδῃ; how will she feel? D.28.21; μία ψ., prov. of friends, Arist.EN 1168b7; ψ. μία ἤστην prob. in Phryn. PSp.128B.; of appetite,ψυχῇ διδόντες ἡδονήν A.Pers. 841
(s. v.l.), cf. Epich.297, Theocr.16.24;λίχνῳ δὲ ὄντι τὴν ψ. Pl.R. 579b
;τῷ δὲ ἡ ψ. σῖτον μὲν οὐ προσίετο, διψῆν δ' ἐδόκει X.Cyr.8.7.4
.4 of the moral and intellectual self,ἀπὸ πάμπαν ἀδίκων ἔχειν ψ. Pi.O. 2.70
;ψ. τε καὶ φρόνημα καὶ γνώμην S.Ant. 176
;ἀρκεῖν.. κἀντὶ μυρίων μίαν ψ. τάδ' ἐκτίνουσαν, ἢν εὔνους παρῇ Id.OC 499
;ψ. γὰρ εὔνους καὶ φρονοῦσα τοὔνδικον Id.Fr. 101
;ἡ κακὴ σὴ ψ. Id.Ph. 1014
;ψυχῆς κατήγορος κακῆς X.Oec.20.15
, cf. Pl.R. 353e;ἡ βουλεύσασα ψ. Antipho 4.1.7
, cf. Pl.Lg. 873a; τὸ σῶμα ἀπειρηκὸς ἡ ψ. συνεξέσωσεν.. διὰ τὸ μὴ ξυνειδέναι ἑαυτῇ the mind conscious of innocence, Antipho 5.93;τὸ ἐπιμελεῖσθαι καὶ ἄρχειν καὶ βουλεύεσθαι.. ἐσθ' ὅτῳ ἄλλῳ ἢ ψυχῇ δικαίως ἂν ἀποδοῖμεν; Pl.R. 353d
;τὴν τῆς ψ. ἐπιμέλειαν X.Mem. 1.2.4
, Isoc.15.304; τὰ ἐν τῇ ψ. διὰ τὴν παιδείαν ἐγγιγνόμενα ib.290;τῆς ψ. ἐξελθούσης, ἐν ᾗ μόνῃ γίγνεται φρόνησις X.Mem.1.2.53
;νοῦς τε καὶ ψ. Pl.Cra. 400a
, cf. Phdr. 247c, al.; ;ἰδὼν μὲν γνούς τε σῇ ψ., τέκνον E.Tr. 1171
. Phrases:—ἐκ τῆς ψ. φίλος X.An.7.7.43
; ἀπὸ τῆς ψ. φιλεῖν with all the heart, Thphr. Char.17.3;βόσκοιτ' ἐκ ψυχᾶς τὰς ἀμνάδας Theoc.8.35
;ὅλῃ τῇ ψ. κεχαρίσθαι τινί X.Mem.3.11.10
; οὐκ ἐᾷ ἡμᾶς οὐδὲ ψυχῆς λαχεῖν he won't let us call our soul our own, Phryn.PSp.128B.5 of animals, ψ. μεγαλόφρων, of a horse, X.Eq.11.1;θηρίων ψ. ἡμεροῦμεν Isoc.2.12
; ψ. χηνός, ὀρτυγίου, Eub.101, Antiph.5.6 of inanimate things,πᾶσα πολιτεία ψ. πόλεώς ἐστιν Isoc.12.138
, cf. 7.14;ἡ τῶνδε τῶν ἀνδρῶν ἀρετὴ τῆς Ἑλλάδος ἦν ψ. D.60.23
;οἷον ψ. ὁ μῦθος τῆς τραγῳδίας Arist.Po. 1450a38
; also of the spirit of an author, D.H.Lys.11.V Philosophical uses:1 In the early physicists, of the primary substance, the source of life and consciousness, ὁρίζονται πάντες (sc. οἱ πρότεροι)τὴν ψ. τρισίν, κινήσει, αἰσθήσει, τῷ ἀσωμάτῳ Arist.de An. 405b11
; τὸν λίθον ἔφη [Θαλῆς] ψ. ἔχειν ὅτι τὸν σίδηρον κινεῖ, of the magnet, ib. 405a20; ψυχῇσιν θάνατος ὕδωρ γενέσθαι, ὕδατι δὲ θάνατος γῆν γενέσθαι, ἐκ γῆς δὲ ὕδωρ γίνεται, ἐξ ὕδατος δὲ ψ. (sc. πῦρ) Heraclit. 36;ἡ ψ. πνεῦμα Xenoph.
ap. D.L.9.19; καρδία ψυχῆς καὶ αἰσθήσιος [ἀρχά] Philol.13;τοῦτο [ἀὴρ] αὐτοῖς καὶ ψ. ἐστι καὶ νόησις Diog.
Apoll.4;τὴν τῶν ἄλλων ἁπάντων φύσιν οὐ πιστεύεις Ἀναξαγόρᾳ νοῦν καὶ ψ. εἶναι τὴν διακοσμοῦσαν; Pl.Cra. 400a
, cf. Arist.de An. 404a25; Δημόκριτος πῦρ τι καὶ θερμόν θησιν αὐτὴν (sc. ψυχὴν) εἶναι ib. 404a1, cf. Resp. 472a4.2 the spirit of the universe,ψ. εἰς τὸ μέσον [τοῦ κόσμου] θείς Pl.Ti. 34b
, cf. 30b;τὴν τοῦ παντὸς δῆλον ὅτι τοιαύτην εἶναι βούλεται [ὁ Τίμαιος] οἷόν ποτ' ἐστὶν ὁ καλούμενος νοῦς Arist.de An. 407a3
; ἐν τῷ ὅλῳ τινὲς [τὴν ψ.] μεμεῖχθαί φασιν, ὅθεν ἴσως καὶ Θαλῆς ᾠήθη πάντα πλήρη θεῶν εἶναι ib. 411a8;ὁ κόσμος ψ. ἐστὶν ἑαυτοῦ καὶ ἡγεμονικόν Chrysipp.Stoic.2.186
; ψ. [κόσμου] Plu.2.1013e, cf. M.Ant.4.40;ψ. ἐλθοῦσα εἰς σῶμα οὐρανοῦ Plot.5.1.2
;τόδε τὸ πᾶν ψ. μίαν ἔχον εἰς πάντα αὐτοῦ μέρη Id.4.4.32
; περὶ ψυχᾶς κόσμου καὶ φύσιος, title of work by Ti.Locr.3 In Pl. the immaterial principle of movement and life,ὅταν παρῇ [ψυχὴ] τῷ σώματι, αἴτιόν ἐστι τοῦ ζῆν αὐτῷ Pl.Cra. 399d
, cf. Def. 411c; [ψυχῆς λόγον ἔχομεν] τὴν δυναμένην αὐτὴν αὑτὴν κινεῖν κίνησιν Id.Lg. 896a
; μεταβολῆς τε καὶ κινήσεως ἁπάσης αἰτία [ἡ ψ.] ἅπασιν ib. b, cf. 892c; its presence is requisite for thought,σοφία καὶ νοῦς ἄνευ ψ. οὐκ ἂν γενοίσθην Id.Phlb. 30c
, cf. Ti. 30b, Sph. 249a; defined by Arist. asοὐσία ὡς εἶδος σώματος φυσικοῦ δυνάμει ζωὴν ἔχοντος de An. 412a20
; ἐντελέχεια ἡ πρώτη σώματος φυσικοῦ ὀργανικοῦ ib. 412b5; the tripartite division ofψ., οἱ δὲ περὶ Πλάτωνα καὶ Ἀρχύτας καὶ οἱ λοιποὶ Πυθαγόρειοι τὴν ψ. τριμερῆ ἀποφαίνονται, διαιροῦντες εἰς λογισμὸν καὶ θυμὸν καὶ ἐπιθυμίαν Iamb.
ap. Stob.1.49.34, cf. Pl.R. 439e sqq.; in Arist.ἡ ψ. τούτοις ὥρισται, θρεπτικῷ, αἰσθητικῷ, διανοητικῷ, κινήσει· πότερον δὲ τοὔτων ἕκαστόν ἐστι ψ. ἢ ψυχῆς μόριον; de An. 413b11
, cf. PA 641b4;ἡ θρεπτικὴ ψ. Id.de An. 434a22
, al.; in the Stoics and Epicureans, σῶμα ἡ ψ. Zeno and Chrysipp.Stoic.1.38; of the scala naturae,τὰ μὲν ἕξει διοικεῖται, τὰ δὲ φύσει, τὰ δ' ἀλόγῳ ψ., τὰ δὲ καὶ λόγον ἐχούσῃ καὶ διάνοιαν Stoic.2.150
, cf. M.Ant.6.14;ἡ ψ. σῶμά ἐστι λεπτομερές.. προσεμφερέστατον πνεύματι θερμοῦ τινα κρᾶσιν ἔχοντι Epicur.Ep.1p.19U.
;τέλος.. τὸ μήτε ἀλγεῖν κατὰ σῶμα μήτε ταράττεσθαι κατὰ ψ. Id.Ep.3p.64U.
; in the Neo-Platonists characterized by discursive thinking,τοὺς λογισμοὺς ψυχῆς εἶναι ἐνεργήματα Plot.1.1.7
; related to νοῦς as image to archetype, εἰκών τίς ἐστι νοῦ [ψ.] Id.5.1.3; present in entirety in every part,πάρεστι πᾶσα πανταχοῦ ψ. Id.5.1.2
, cf. 4.7.5;φύσις ψ. οὖσα, γέννημα ψυχῆς προτέρας Id.3.8.4
; animal and vegetable bodies possessοἷον σκιὰν ψυχῆς Id.4.4.18
;πᾶν σῶμα.. ψυχῆς μετουσίᾳ κινεῖται ἐξ ἑαυτοῦ καὶ ζῇ διὰ ψ. Procl.Inst.20
.2 τριπόλιον, Ps.-Dsc.4.132.VII Psyche, in the allegory of Psyche and Eros, Apul.Metam. bks. 4-6, Aristophontes ap. Fulg.Myth.3.6. (See ancient speculations on the derivation, Pl.Cra. 399d- 400a, Arist.de An. 405b29, Chrysipp.Stoic.2.222; Hom. usage gives little support to the derivation from ψύχω 'blow, breathe';τὸν δὲ λίπε ψ. Il.5.696
means 'his spirit left his body', and so λειποψυχέω means 'swoon', not 'become breathless';ἀπὸ δὲ ψ. ἐκάπυσσε Il.22.467
means 'she gasped out her spirit', viz. 'swooned'; the resemblance of ἄμπνυτο 'recovered consciousness' to ἀμπνέω 'recover breath' is deceptive, v. ἄμπνυτο, ἔμπνυτο: when concrete the Homeric ψ. is rather warm blood than breath, cf. Il.14.518, 16.505, where the ψ. escapes through a wound; cf. ψυχοπότης, ψυχορροφέω, and S.El. 786, Ar.Nu. 712 (v. supr.1).)
Перевод: с греческого на английский
с английского на греческий- С английского на:
- Греческий
- С греческого на:
- Все языки
- Английский
- Немецкий